Πέμπτη 31 Ιανουαρίου 2013

Σενάριο ζωής


Είμαι ξανά εδώ, αλλά στην ουσία απουσιάζω…
Περιφέρομαι αφηρημένη, με το βλέμμα επικεντρωμένο στο πουθενά… Ναι, το ξέρω, θα με ρωτήσετε γιατί, αλλά δεν μπορώ ν’ απαντήσω. Ίσως δεν θέλω κιόλας. Ένας κόμπος έχει δέσει τη φωνή μου, πολλά «γιατί» έχουν μπερδέψει τη σκέψη μου. Για μέρες τώρα, απλά παρατηρώ αυτά που συμβαίνουν γύρω μου. Μια κοινωνία αλλόκοτη. Μια κοινωνία πικρόχολα αστεία. Πώς την καταντήσαμε έτσι;
Κι είναι, ωστόσο, τόση η απόγνωση που μπορεί κανείς να αισθανθεί γύρω του, αυτές τις δύσκολες και μουντές μέρες…
Πρόσωπα πικραμένα, πρόσωπα οργισμένα,
κι άλλα, ήδη παραιτημένα.
Κραυγές αγωνίας, κραυγές παραληρήματος,
κι άλλες, ήδη πνιγμένες στο σκοτάδι.
Πορείες με βήματα βαριά, πορείες απέναντι σ’ «οδοφράγματα»,
κι άλλες, ήδη σ’ εκτροχιασμό.
Κι ανάμεσα όλων αυτών, ένα μέλλον να διαγράφεται ήδη χωρίς το παρόν…
Κι εγώ;
Να ‘μαι σήμερα εδώ,
δίχως καν να έχω ρωτηθεί το γιατί,
ενώπιον μιας πλοκής που δεν είχα μόλις εγώ σχεδιάσει.
Ανέτοιμη ακόμα και να υποστηρίξω,
έστω υπάκουα και μόνο,
τον υποτιθέμενο ρόλο μου.
Κι όμως,
φοβάμαι ότι γρήγορα το «κοινό» μου θα καταλάβει
όταν θα με δει να εγκαταλείπω ατάκτως αυτή τη σκηνή,
λαχταρώντας ξανά να μεταπηδήσω σε άλλη.
Όχι, δεν θέλω να χωρέσω σ’ αυτό το σενάριο.
Το βρίσκω βεβιασμένα σύντομο,
προκλητικά αδιάφορο και εξωφρενικά πληκτικό.
Πολύ φτωχό για να καλύψει μια ολόκληρη ζωή.

Δευτέρα 14 Ιανουαρίου 2013

Ψύχος...


Με φοβερή παγωνιά ξεκίνησαν τα σχολεία το 2013. Τσουχτερό το κρύο στις αίθουσες. Χέρια και πόδια κοκκαλωμένα. Ούτε λόγος ακόμα και για στοιχειώδη θέρμανση. Κάθεσαι στο θρανίο και δεν μπορείς να απολαύσεις τη θέα του χιονιού που πέφτει πυκνό έξω από τα παράθυρα. Η θαλπωρή που άφηναν ενίοτε οι άσπρες νιφάδες στα μάτια μας ανήκει πλέον σε αλλοτινές εποχές. Τώρα ακόμα και η μαγεία του χιονιού διαλύεται αυτόματα. Προσγειώνεται και αυτή στη δύσκολη πραγματικότητα που, όπως μας λένε, πρέπει να περάσουμε. Δεν υπάρχουν λεφτά για πετρέλαιο. Πρέπει να σώσουμε την οικονομία μας, λένε…
Ψύχος παντού… Ίσως και στις καρδιές μας. Μήπως έχουμε συνηθίσει ήδη πολύ στο «ψύχος»; Μήπως οι αντοχές μας και οι αμυνές μας σιγά σιγά αρχίζουν να γιγαντώνονται; Μήπως οι ευαισθησίες μας λίγο λίγο αρχίζουν να χάνονται;
Έξω χιονίζει και μέσα στην τάξη έχω βάλει τους μαθητές μου να γραψούν ένα γράμμα που θα το έδιναν υποθετικά στους «μεγάλους», για να τους πουν τι επιτέλους σκέφτονται, σε τι επιτέλους ελπίζουν, τι επιτέλους τους πληγώνει. Μια μαθήτρια τελειώνει πρώτη και μου το δίνει. Το βιαστικό μου βλέμμα πέφτει πάνω σε σκόρπιες φράσεις: «Αγαπητέ δάσκαλε, με βλέπεις αφηρημένη και αμέσως μου βάζεις τις φωνές για να προσέξω το μάθημά σου. Γιατί δεν με πλησιάζεις λίγο να με ρωτήσεις τι νιώθω; Γιατί δεν βάζεις για λίγο στην άκρη τη ψυχρότητα που σου επιβάλλει η δουλειά σου; Γιατί δεν δίνεις λίγο από τη ζεστασιά σου; Μήπως γιατί δεν σου έχει μείνει καθόλου απ’ αυτή; Δεν ξέρεις καν τα όνειρά μου. Ονειρεύομαι έναν κόσμο χωρίς απάτη, ψέμα και εκμετάλλευση. Με ακούς; Εσύ που το παίζεις ηθικός και μορφωμένος δεν βλέπεις τι μίζερη ζωή ζούμε; Ή μήπως βλέπεις και κάνεις ότι δεν βλέπεις; Νομίζει ότι μπορείς να μας κοροιδέψεις; Σταμάτα να με κοιτάζεις με αυτό το παγερό ύφος που μου προκαλεί οίκτο…». Αφήνω το χαρτί γιατί έχω μουδιάσει. Και δεν είναι από το κρύο τώρα πια.
Έρχεται ένας άλλος μαθητής και μου δίνει την κόλλα του. «Αγαπητέ πατέρα, μέσα από αυτό το γράμμα θέλω να σου εκφράσω τα συναισθήματά μου. Δεν μου έδωσες ποτέ την ευκαιρία να σε κοιτάξω και να μιλήσω απέναντί σου γι’ αυτά. Θα ήθελα να μου δίνεις περισσότερη σημασία όταν γυρνάς στο σπίτι από τη δουλειά. Δεν έχεις καταλάβει πόσο ευαίσθητος είμαι. Νομίζεις πως είμαι δυνατός γιατί με βλέπεις να γελάω και να διασκεδάζω. Μέσα μου όμως κλαίω και έχω απέραντη μοναξιά. Το ξέρω ότι τα προβλήματά σου σε κάνουν να είσαι στον κόσμο σου, αλλά εάν δεν ενδιαφερθείς εσύ, τώρα που σε έχω ανάγκη, ποιος θα νοιαστεί και για τον δικό μου κόσμο;» Ανατριχιάζω και νομίζω πως μόνο εάν φορέσω τα γάντια μου θα συνέλθω…
Τέλος, διαβάζω στα πεταχτά, γιατί η ώρα έχει περάσει και θα χτυπήσει το κουδούνι, το γράμμα που μου άφησε στην έδρα ο τελευταίος: «Αγαπητέ υπουργέ, το κράτος πρέπει να αρχίσει και αυτό να μας σκέφτεται, οπώς ζητάει και από εμάς να το σκεφτόμαστε. Δεν νομίζω εσείς ή κανένας άλλος συνάδελφός σας τώρα στη Βουλή να προσπαθεί να γράψει με ξυλιασμένα τα χέρια του από το κρύο, όπως μου ζητάνε να γράψω εγώ τώρα. Επειδή εσείς όλοι είστε στην εξουσία, την έχετε δει μάγκες;» Ευτυχώς ο τελευταίος ό,τι είχε να πει το είπε σύντομα, γιατί λίγο ακόμα και θα άρχιζα και εγώ να τρέμω.


Κυριακή 30 Δεκεμβρίου 2012

Η Αγία Ιωάννα των σφαγείων, του Μπέρτολτ Μπρεχτ


Η παράσταση που ανεβάζει αυτές τις μέρες στο θέατρο «Ακροπόλ» ο Νίκος Μαστοράκης απλά μας συγκλονίζει. Το έργο γράφτηκε το 1929, με αφορμή το αμερικανικό κραχ και την παγκόσμια οικονομική κρίση, αλλά η κραυγή του ενάντια στην εξαθλίωση που επιφέρει ο καπιταλισμός ακούγεται σήμερα πιο ανατριχιαστική από ποτέ.
Ο Αιμίλιος Χειλάκης, στο ρόλο του γλοιώδους μεγαλοϊδιοκτήτη εργοστασίου κρέατος, «σφαγιάζει» στο όνομα του κέρδους χιλιάδες ανθρώπινες ζωές, δημιουργώντας ελεείνες και τρισάθλιες, όπως ο ίδιος αποκαλεί, στρατιές ανέργων και πεινασμένων στους δρόμους της παγωμένης Νέας Υόρκης. Η Βίκυ Βολιώτη, στο ρόλο μιας σύγχρονης Ζαν ντ’ Αρκ, εγκαταλείπει τα χριστιανικά τάγματα αγάπης που δεν διστάζουν να «ποντάρουν» στη δυστυχία των καταπιεσμένων επαγγελλόμενα τη σωτηρία τους σε μια άλλη ζωή, και στο τέλος ουρλιάζει στα αυτιά όλων αυτών που την ακούνε ταραγμένοι:
“Και αν σας πει κάποιος ότι μπορείτε να ανυψωθείτε πνευματικά
μένοντας κολλημένοι στο βούρκο,
πιάστε τον και σπάστε του το κεφάλι στο λιθόστρωτο.
Μόνο η βία ωφελεί, όπου εξουσιάζει η βία,
μόνο οι άνθρωποι ωφελούν, όπου υπάρχουν άνθρωποι”.
Ο αντιεξουσιαστικός λόγος του ιδιοφυούς ποιητή Μπρεχτ ξεσηκώνει και εξηγεί με τον πλέον απροκάλυπτο τρόπο στο θεατή τον βάρβαρο μηχανισμό του καπιταλιστικού οικοδομήματος, ο οποίος μόνο με επανάσταση μπορεί να ανατραπεί.
Φεύγοντας από την παράσταση, μένει στο μυαλό ο συμβολισμός με την τραμπάλα, όπου «για να κρατηθούν στην κορυφή οι λίγοι, πρέπει από κάτω να βαστάνε γερά οι πολλοί».
Μένει στην καρδιά η προσταγή:
«Τίποτα δεν μετρά κι ας μοιάζει καλό όπως πάντα,
παρά εκείνο που πραγματικά βοηθά.
Και τίποτα δεν αξίζει για τίμιο,
παρά εκείνο, που τελεσίδικα τον κόσμο αλλάζει.
…Γνοιαστείτε, αφήνοντας τον κόσμο,
όχι μόνο να έχετε υπάρξει καλοί, αλλά ν’ αφήσετε έναν κόσμο καλύτερο!»
Τα υπόλοιπα, αξίζει να πάτε και να τα ακούσετε οι ίδιοι. Απλά, να μην τρομάξετε! Αυτά είναι που ζούμε, αλλά και αυτά είναι που μπορούμε να αλλάξουμε!
Καλή παράσταση!


Read more: http://www.neolaia.gr/2012/12/28/theatro-agia-iwanna-sfageiwn/#ixzz2GYuvkn7v

Δευτέρα 24 Δεκεμβρίου 2012

Πόσο δύσκολο είναι τελικά να είμαστε "άνθρωποι";


Παρασκευή πρωί, πηγαίνοντας με το αυτοκίνητο τελευταία φορά για το 2012 στο σχολείο. Είναι γύρω στις 8.00, σε φανάρι της Πειραιώς. Η ίδια ώρα, στο ίδιο φανάρι, εδώ και τέσσερις μήνες… Ένας αλλοδαπός από το Πακιστάν, καθαρίζει τα τζάμια των αυτοκινήτων.
Παρά το «μελαμψό» του χρώμα και τα «φθαρμένα» του ρούχα (…), όπως στερεοτυπικά θα βιάζονταν να «σταμπάρουν» μερικοί (!), το πρόσωπό του έχει ευγένεια και καλοσύνη. Δεν είναι φορτικός, αλλά αξιοπρεπής μέσα στη δυστυχία του. Το αισιόδοξο και ζεστό βλέμμα του καταφέρνει να «σπάσει» τους αυτόματους μηχανισμούς «άμυνας» που θα με έκαναν να τον διώξω κουνώντας αρνητικά το χέρι μου. Κάθε μέρα του δίνω όσα λίγα ψιλά μου περισσεύουν. Μερικές φορές και κανένα φαγητό που έχει μείνει σπίτι μου από την προηγούμενη μέρα. Όταν δεν έχω, απλώς χαμογελώ και του λέω μια καλημέρα. Αυτός πάντα χαιρετά με χαρά, εύχεται καλό δρόμο και μου λέει ένα ευχαριστώ που το νιώθει. Δεν λύνω κανένα πρόβλημα, το ξέρω.
Μπορεί και να συντηρώ άθελά μου και τη μεγάλη «πληγή» του μεταναστευτικού στην Ελλάδα (…), όπως θα έσπευδαν να επιχειρηματολογήσουν με βαθιές αγορεύσεις κάποιοι (!). Όμως, για ένα λεπτό κάθε μέρα, τόσο, όσο κρατάει το φανάρι, νιώθω λίγο άνθρωπος. Παίρνω κουράγιο από τη λίγη αυτή ανθρωπιά μου και συνεχίζω τη μέρα μου…
Την Παρασκευή, λοιπόν, την τελευταία μέρα του ’12, ο άνθρωπος του φαναριού, μου χτύπησε να ανοίξω το τζάμι. Δεν ήθελε να το καθαρίσει αυτή τη φορά. Ήθελε να μου προσφέρει μια κάρτα με μια φωτογραφία από τη χώρα του, που πάνω της είχε γράψει, όπως όπως στα ελληνικά, «Καλά Χριστούγεννα». «Αυτό για σένα», λέει, «εγώ, πατρίδα, δεν έχω αδερφή, εσύ, εμένα, αδερφή, εσύ, καλός άνθρωπος…».
Ένα μικρό, στιγμιαίο ρεύμα συγκίνησης με διαπέρασε. Αυτό μόνο.
Τα συμπεράσματα περί του πόσο δύσκολο είναι τελικά να είμαστε «άνθρωποι», δικά σας…
Καλές γιορτές!


Read more: http://www.neolaia.gr/2012/12/23/poso-dyskolo-telika-na-eimaste-anthrwpoi/#ixzz2FyYgHIxa

Τετάρτη 19 Δεκεμβρίου 2012

Όταν η ευτυχία μοιάζει πολύπλοκη...


Είμαι η ευτυχία που δεν πρόφτασα να διαχειριστώ,
οι συγκινήσεις που άφησα να αλληλοσπαράσσονται μεταξύ τους,
τα συναισθήματα που αντιμετώπισα αμήχανα
και η χαρά που δεν κράτησα ποτέ για δική μου.
Είμαι το μέλλον που φοβήθηκα να ολοκληρωθεί
και η επιλογή που δεν κατάφερα για πολύ να στηρίξω.
Είμαι οι άλλοι που εισέβαλαν αιφνιδιαστικά στη ζωή μου
και εκείνοι, που λιποτάκτησαν στην πιο κρίσιμη μάχη…
Όκτω στίχοι, ένας απολογισμός…
Για όσους, οι αποφάσεις δεν είναι τόσο εύκολη υπόθεση…
Για όσους, τα πράγματα δεν κυλάνε πάντα σε ευθεία γραμμή…
Για όσους, δυστυχώς ή ευτυχώς, δεν θα υπάρξουν ποτέ ήσυχοι..

Δευτέρα 10 Δεκεμβρίου 2012

Εικόνες Πόλεων #4 | Λισαβόνα


Πριν λίγα χρόνια είχε πέσει στα χέρια μου «Το βιβλίο της ανησυχίας» του Φερνάντο Πεσσόα, ημερολόγιο με πρωταγωνιστή τον ίδιο ακαταπόνητο διανοητή της Λισαβόνας. Παρ’ όλο δίτομο, θυμάμαι ότι το είχα διαβάσει σε δυο μέρες. Από τις τόσες σελίδες του απολογισμού της καθημερινότητάς του, έβγαινε η αίσθηση της ματαιότητας των απολαύσεων, της επιλογής της αδράνειας ως της μόνης παρηγοριάς, της άρνησης των ίδιων των εμπειριών, του βάρους της μονοτονίας των πάντων. Μου είχε φανεί υπερβολικά απαισιόδοξο, αλλά, για έναν ανεξήγητο λόγο με είχε αγγίξει βαθιά. Υπογράφοντας το βιβλίο ως Μπερνάντο Σοάρες, όνομα του λογοτεχνικού alter ego του, ο συγγραφέας δήλωνε από την αρχή: «Γράφω, λυπημένος, στο ήσυχο δωματιό μου, μόνος όπως υπήρξα πάντα… Κι αναρωτιέμαι αν η φωνή μου, φαινομενικά τόσο ασήμαντη, δεν ενσαρκώνει τη δίψα χιλιάδων ζωών να μιλήσουν, την υπομονή εκατομμυρίων ψυχών υποταγμένων, σαν τη δική μου, στο καθημερινό πεπρωμένο, στο ανώφελο όνειρο, στην ελπίδα που δεν αφήνει ίχνη.»
Τον επόμενο χρόνο, έτυχε να επισκεφτώ την γενέτειρα του Πεσσόα, την Λισαβόνα, μια πόλη που έσφυζε από ζωή και χαμόγελα στα πρόσωπα των κατοίκων της. Ήλιος και θάλασσα, γραφικά σοκάκια και πολύχρωμες γειτονιές με παρέσυραν σε ατέλειωτες βόλτες… Και μέσα στη διάθεση μιας χαρούμενης ανεμελιάς, θυμήθηκα στοχασμούς του Πεσσόα, που τελικά, όταν τους δούλεψα καλά στο μυαλό μου, δεν τους βρήκα και τόσο ασύμβατους με την ευχαρίστηση που ένιωθα εκείνη τη στιγμή… Μήπως η αίσθηση μπερδεύεται με την ψευδαίσθηση, η φαινομενική απόκτηση της ευτυχίας υποκαθιστά την πραγματική απώλειά της.. Μήπως η μελαγχολία είναι η άλλη όψη της χαράς..
«Διήρκεσα ώρες αγνοούμενες, διαδοχικές στιγμές χωρίς σχέση μεταξύ τους, στον περίπατο που έκανα, νύχτα στην έρημη ακρογιαλιά. Όλες οι σκέψεις που έχουν κάνει ανθρώπους να ζουν, όλες οι συγκινήσεις που οι άνθρωποι έχουν πάψει να ζουν, πέρασαν από το μυαλό μου, σαν σκοτεινή περίληψη της ιστορίας. Υπέφερα μέσα μου τις προσδοκίες όλων των εποχών.. Ό,τι οι άνθρωποι αγάπησαν και δεν το έκαναν, ό,τι δολοφόνησαν κάνοντάς το… Είμαστε αυτό που χάθηκε, αυτό που θα έπρεπε να είχαμε αγαπήσει, αυτό που αποκτήσαμε και κερδίσαμε κατά λάθος, αυτό που αγαπήσαμε και χάσαμε, και αφού το χάσαμε, είδαμε ότι το αγαπήσαμε γιατί το χάσαμε, και ότι δεν το είχαμε αγαπήσει. Αυτό που ήταν μνήμη, ενώ νομίζαμε πως ήταν συγκίνηση… Όλα αυτά στον περίπατό μου, ήρθαν μαζί μου και γύρισαν μαζί μου, και τα κύματα διαστρέβλωναν μεγαλόπρεπα τη μουσική υπόκρουση που μ’ έκανε να τα ντύνω.»












Τετάρτη 5 Δεκεμβρίου 2012

Αν...




Κυριακή μεσημέρι στη λεωφόρο Συγγρού… Οδηγώντας προς την παραλιακή… Ύστερα από τη χθεσινή ταινία, ένα σωρό «Αν…» παίζουν παιχνίδια με το μυαλό μου. Σε ποιο σενάριο βρίσκεται τώρα η ζωή μου; Στο βασικό ή σ’ αυτό της μετάβασης; Κάθε στιγμή και μια επιλογή. Ο δρόμος ο δοκιμασμένος, ο προβλέψιμος, και στη γωνία, το μονοπάτι το απρόσμενο. Μια συγκυρία που μπορεί να αλλάξει τα πάντα. Ή μήπως αυτό που είναι στο πεπρωμένο να μας καθορίσει, θα περιμένει όσο χρειάζεται;
Μια σειρά από τυχαία γεγονότα η ζωή μας… Το μόνο που βρίσκεται στο χέρι μας είναι σε ποια από αυτά θα δώσουμε διάρκεια… Ποια πρόσωπα θα κρατήσουμε ως τους βασικούς πρωταγωνιστές. Οι ανατροπές βέβαια, πάντα μες στο παιχνίδι. Άλλοι τις επιτρέπουν πιο άνετα να συμβούν, άλλοι παλεύουν να τις εμποδίσουν.
Πού πάω τώρα; Πάντα υπάρχει ένα προαίσθημα. Ξέρω πολύ καλά που πάω. Αλλά παριστάνω ότι θα βρεθώ εκεί, χωρίς να το έχω προσχεδιάσει. Πάντα υπάρχει το ένστικτο. Ακόμα κι αν το μονοπάτι είναι περίπλοκο, πολλές φορές του δίνω το προβάδισμα.
Ανοίγω το ραδιόφωνο του αυτοκινήτου. Η φωνή της Χαρούλας μπερδεύεται στις σκέψεις μου: «Όλες του κόσμου οι Κυριακές, λάμπουν στο πρόσωπό σου… Τι χρώματα, τι μουσικές μες στο χαμογελό σου!» Θα μ’ αφήσει αυτό το χαμόγελο να προχωρήσω; Οι από πίσω μου κορνάρουν… Ξεκινάω, αλλά το αυτί μου κολλημένο στο τραγούδι.
Η ευτυχία συμπυκνωμένη σ’ ένα χαμόγελο. Αφού αρκεί, γιατί πάντα κάπου στα μισά του δρόμου να κάνω πίσω; Πρέπει οπωσδήποτε κανείς να ζήσει και το δεύτερο «Αν…»; Οι περισσότεροι μένουν στο πρώτο… Αν όμως το επόμενο είναι και το μοιραίο;
Προχωράω… Μήπως αυτό το χαμόγελο έχει φθαρεί τελικά με τον χρόνο; Πότε θα πάψει να στριμώχνεται μπροστά από την κάθε μου κίνηση; Να στοιχειώνει την κάθε μου μέρα; Μήπως, αν τολμήσω να δώσω χώρο σ’ ένα καινούργιο; Κι αν το παλιό αρνείται, με πείσμα, να γίνει θύμηση; Κι αν επιμένει, δίχως οίκτο, να με ορίζει;
Κι αν, από την άλλη, όλα αυτά είναι απλώς φόβος; Κι αν όλα αυτά, δεν είναι παρά η αναβολή ενός αναπόφευκτου, η παράκαμψη ενός γραμμένου;

Κάποτε, θυμάμαι, με είχαν ρωτήσει: 

"Τι θα έκανες, αν ερχόταν η τελευταία ημέρα της ζωής σου..." 

Κι είχα απαντήσει: 
" Θα πήγαινα για μια τελευταία φορά στην άκρη της θάλασσας που έχω περπατήσει άπειρες φορές μαζί με τον άνθρωπο που αγαπώ. Θα φώναζα για ακόμη μία φορά πόσο ερωτευμένη νιώθω. Με τον ίδιο, με τον ήλιο, με το νερό, με την άμμο...Κι ας μετράμε πλέον τόσα χρόνια, ξεχασμένοι δίπλα σ’ αυτήν την παραλία... Τώρα, στις τελευταίες μας στιγμές, θα του ψιθύριζα ότι δεν έχω καμιά επιθυμία που δεν πρόφτασα να εκπληρώσω. Γι’ αυτό είμαι και πάλι εδώ, την ύστατη ευκαιρία, στα ίδια μέρη, με τα ίδια πρόσωπα.. Νιώθοντας απλά τυχερή, που με το γέλιο μας, γυρίσαμε όλον το κόσμο, που με το πείσμα μας, σκαρφαλώσαμε στα πιο δύσκολα βράχια, που με την δίψα μας για ζωή, αγκαλιάσαμε όλους αυτούς που βρέθηκαν γύρω μας.. Μετά, θα βουτούσαμε στη θάλασσα, εγώ λίγο πιο διστακτική, όπως πάντα, εκείνος πιο σίγουρος, θα με έπειθε με το βλέμμα του, για μια τελευταία φορά, να μη φοβάμαι το κρύο, να μη φυλάγομαι από το κύμα, γιατί αυτά δίνουν την ορμή στη ζωή. Και τέλος, θα κολυμπούσαμε βαθιά, κουβεντιάζοντας, ως συνήθως, με πάθος και ενθουσιασμό, για τις μικρές χαρές και τις μεγάλες λύπες αυτού του κόσμου... σαν να μην είχαν ποτέ τελειώμο..¨"
Έφτασα τώρα στη θάλασσα. Από αύριο, λένε, θα χειμωνιάσει… Ο αέρας είναι δυνατός. Κάπου αλλού, έχει ήδη αρχίσει να σαρώνει τα πάντα. Για λίγες μέρες μόνο, είπαν. Μετά όλα θα ξαναπάρουν τη θέση τους. Την ίδια ή μία διαφορετική…


Παρασκευή 30 Νοεμβρίου 2012

Εικόνες Πόλεων #3 | Σμύρνη


















Ένας Αύγουστος, χρόνια αρκετά μετά απ’ αυτόν του διωγμού… Κάνοντας βόλτα στην προκυμαία της Σμύρνης… Μια πόλη σύγχρονη, με πολλές όμως εικόνες να θυμίζουν τη ραστώνη της Ανατολής, την εσωστρέφεια του μουσουλμανικού κόσμου. Ρυθμοί αργοί, νωχελικοί, που δεν έφεραν τίποτα ούτε από την κοσμοπολίτικη βουή, αλλά ούτε και από τον χαλασμό εκείνων των καιρών.
Περπατώντας πλάι στη θάλασσα, οι συνειρμοί αναπόφευκτοι. Και οι στίχοι του Γ. Σεφέρη, του ανθρώπου που έζησε ξενιτεμένος σε όλη του τη ζωή, να συνοδεύουν τα βήματά μου: «Τα σπίτια που είχα μου τα πήραν. Έτυχε να είναι τα χρόνια δίσεχτα, πόλεμοι, χαλασμοί, ξενιτεμοί. Κάποτε ο κυνηγός βρίσκει τα διαβατάρικα πουλιά, κάποτε δεν τα βρίσκει. Το κυνήγι ήταν καλό στα χρόνια μου, πήραν πολλούς τα σκάγια. Οι άλλοι γυρίζουν ή τρελαίνουνται στα καταφύγια. Μη μου μιλάς για τ᾿ αηδόνι, μήτε για τον κορυδαλλό, μήτε για τη μικρούλα σουσουράδα που γράφει νούμερα στο φως με την ουρά της. Δεν ξέρω πολλά πράγματα από σπίτια, ξέρω πως έχουν τη φυλή τους, τίποτε άλλο.»
Προσπαθώ να νιώσω πως να είναι άραγε «αν τύχει/ και μπεις μια νύχτα/ στην πολιτεία που σ’ ανάθρεψε/ κι έπειτα συθέμελη τη χάλασαν και την ξαναχτίσαν/ και παλεύεις να μετακινήσεις άλλους καιρούς/ για να ξαναβρεθείς…»
Ο περίπατος τελειώνει. Καλά είπε ο ποιητής: «Η Σμύρνη έχει χάσει τον ίσκιο της, όπως τα φαντάσματα.»


Read more: http://www.neolaia.gr/2012/11/29/eikones-polewn-smyrni/#ixzz2DhqdX3gs

Τρίτη 27 Νοεμβρίου 2012

Φύλα και ταυτότητες




Στο μάθημα της Ν. Ε. Λογοτεχνίας της Α΄ Λυκείου, έχει οριστεί από πέρυσι να διδάσκονται ποιήματα και πεζά ενταγμένα μέσα στη θεματική ενότητα: «Φύλα και ταυτότητες». Διαβάζουμε, λοιπόν, λογοτεχνικά κείμενα για να μελετήσουμε την εξέλιξη, μέσα στον χρόνο, των σχέσεων μεταξύ άντρα και γυναίκας, πατέρα και κόρης, αδελφού και αδελφής…Το θέμα του γάμου, του προξενιού, της προίκας και των «παλαιών γυναικείων αρετών» μπαίνει για τα καλά στην κουβέντα με τους μαθητές.
Φαντάζομαι ότι για κάθε σχολική τάξη, το οικονομικό-κοινωνικό υπόβαθρο των μαθητών αναπόφευκτα διαμορφώνει και τον δικό του, ξεχωριστό προσανατολισμό στον διάλογο.
Στη δική μου τάξη, έχοντας παιδιά από ανθρώπους που έγιναν γονείς στα 18 τους χρόνια, που δεν κατάφεραν να σπουδάσουν και που σήμερα είναι άνεργοι ή δουλεύουν για ένα μεροκάματο, τα πρότυπα για τον ρόλο της γυναίκας είναι αποκαλυπτικά…
Ο γάμος, για τα κορίτσια, εξακολουθεί να είναι αυτοσκοπός και η θέση της γυναίκας στο σπίτι, ή έστω σε παραδοσιακά «θηλυκά» επαγγέλματα, για τα αγόρια, παραμένει αμετακίνητο στερεότυπο.
Ακούω μικροαστικά κατάλοιπα της δεκαετίας του ΄60 να ανακυκλώνονται στο νεανικό κοινό του 2012 και αναρωτιέμαι πόσο χειραφετημένη είναι άραγε η ελληνική κοινωνία σήμερα. Γιατί ακόμα και στις πιο «αναβαθμισμένες» τάξεις, δεν πιστεύω ότι εκλείπουν οι αντιλήψεις που θα οδηγήσουν αύριο σε οικογενειακές σχέσεις συμβατικές, μίζερες και επιφανειακές.
Εμμονές για «αποκατάσταση» μέσω του άλλου, λογικές «εξάρτησης» και γάμοι – οχήματα οικονομικής ανέλιξης και κοινωνικής επίδειξης δεν υπάρχουν τελικά μόνα στα σχολικά κείμενα της νεοελληνικής λογοτεχνίας των περασμένων αιώνων. Τέτοιες απόψεις επιβιώνουν και σήμερα, σε διάφορα περιβάλλοντα… Η διαπραγμάτευση των «φύλων και ταυτοτήτων» στην τάξη επικαιροποιείται με τον πιο άχαρο τρόπο, όταν βλέπεις την εικόνα της γυναίκας – αντικειμένου ομορφιάς και υποταγής – να αναπαράγεται από την ίδια την επιτηδευμένη στάση, την ομιλία και το ντύσιμο των σύγχρονων «χαριτωμένων» κοριτσιών που αναζητούν τον «καλό» γαμπρό.
Μια απελευθερωμένη συζήτηση για τα φύλα και τις ταυτότητες θα παραμείνει ζητούμενο, όσο δεν συνειδητοποιούμε, μεγάλοι και μικροί, ότι μόνο ισότιμες σχέσεις, χτισμένες στον αλληλοσεβασμό αλλά και στον αλληλοθαυμασμό μπορούν να ανατρέψουν τα αναχρονιστικά μοντέλα.
Και τέτοιες ανατροπές θα γίνουν μόνο από καλλιεργημένους ανθρώπους με προσωπικότητα, με δημιουργικότητα και όραμα που φεύγει από τα στενά όρια των τεσσάρων τοίχων της «οικογενειακής θαλπωρής» και ανοίγεται στο ευρύτερο κοινωνικό γίγνεσθαι, μοιράζεται πνευματικά ενδιαφέροντα και πραγματεύεται λεπτές ανησυχίες…


Read more: http://www.neolaia.gr/2012/11/27/fyla-kai-taytotites/#ixzz2DSOG7D7u

Παρασκευή 23 Νοεμβρίου 2012

Ζώντας με προθεσμία...




Άλλοτε ξυπνούσα να πάω στη δουλειά και μέχρι να ετοιμαστώ, έβαζα να ακούσω στην τηλεόραση ενημερωτικές εκπομπές, έτσι, για πρωινή συντροφιά… Τελευταία, όσες φορές το κάνω, μελαγχολώ συνειδητοποιώντας το αδιέξοδο αυτής της χώρας, το οποίο, υπό άλλες συνθήκες, αρνούμαι να το παραδεχτώ. Σαν το κακό που θέλω να ξορκίσω… Σήμερα, δεν ξέρω γιατί, δάκρυσα όμως… Ένας πικρός κόμπος πιάστηκε στον λαιμό μου… Δεν είδα κάτι το ασυνήθιστο. Τα γνωστά. Απλά, εργαζόμενους ενός μεγάλου εργοστασίου, που με τις μειώσεις των μισθών τους, δεν τα βγάζουν πλέον πέρα.. Ε, και;
Είναι, όμως, ωμή η αλήθεια όταν την κοιτάζεις κατάματα. Το χάσμα στην κοινωνία έχει βαθύνει σε τραγικό βαθμό. Η αίσθηση της αδικίας έχει γίνει πνιγηρή. Οι άνεργοι και οι υποαμειβόμενοι υποφέρουν. Και δεν αποτελεί αυτό σχήμα λόγου… Το ακούμε;;; Ως ποιο βαθμό, ως πότε επιτέλους; Το παιχνίδι «με τα τελευταία μέτρα» το σιχαθήκαμε.
Σκέφτηκα μετά πώς και εμείς οι υπόλοιποι ζούμε με προθεσμία. Ζώντας και ψευτοζώντας… ΄Ωσπου να τελειώσουν οι χορηγίες των γονιών μας, ώσπου να μην έχουμε πια να «φάμε από τα έτοιμα»… Είναι ελπιδοφόρα πορεία ζωής αυτή ή απαίσια κατάντια; Είναι άραγε τύχη να ζούμε σαν τους θανατοποινίτες;
Μαύρες, όντως, οι σκέψεις για σήμερα… Δεν μου ταιριάζουν… Αλλά είναι κάποιες στιγμές που δεν γίνεται να κρύβεσαι πίσω από τα αισιόδοξα χαμόγελα και τις εμψυχωτικές νουθεσίες. Κάποιες στιγμές που λυγίζεις και νιώθεις ανυπεράσπιστος. Όπως σήμερα το πρωί, όταν άκουσα στην τηλεόραση την εργαζόμενη μάνα που παίρνει 450 ευρώ μισθό, να βγάζει κραυγή απόγνωσης.
Και εγώ, έπρεπε ύστερα να πάω στην τάξη, να κάνω κηρύγματα στο παιδί της για αξιοπρέπεια, σεβασμό του πολίτη, αλληλεγγύη και κοινωνική προστασία. Είχαμε μάθημα για τα ανθρώπινα δικαιώματα, βλέπεις… Δεν είπα τίποτα. Ντράπηκα…
Υ.Γ. Λυπάμαι για την αποψινή «μαυρίλα». Μέχρι τώρα, απέφευγα τους συναισθηματισμούς και έψαχνα τις αιτίες… Προσδοκώ σε καλύτερη διάθεση..


Read more: http://www.neolaia.gr/2012/11/22/zwntas-me-prothesmia/#ixzz2D3IJ86RM