Δευτέρα 10 Δεκεμβρίου 2012

Εικόνες Πόλεων #4 | Λισαβόνα


Πριν λίγα χρόνια είχε πέσει στα χέρια μου «Το βιβλίο της ανησυχίας» του Φερνάντο Πεσσόα, ημερολόγιο με πρωταγωνιστή τον ίδιο ακαταπόνητο διανοητή της Λισαβόνας. Παρ’ όλο δίτομο, θυμάμαι ότι το είχα διαβάσει σε δυο μέρες. Από τις τόσες σελίδες του απολογισμού της καθημερινότητάς του, έβγαινε η αίσθηση της ματαιότητας των απολαύσεων, της επιλογής της αδράνειας ως της μόνης παρηγοριάς, της άρνησης των ίδιων των εμπειριών, του βάρους της μονοτονίας των πάντων. Μου είχε φανεί υπερβολικά απαισιόδοξο, αλλά, για έναν ανεξήγητο λόγο με είχε αγγίξει βαθιά. Υπογράφοντας το βιβλίο ως Μπερνάντο Σοάρες, όνομα του λογοτεχνικού alter ego του, ο συγγραφέας δήλωνε από την αρχή: «Γράφω, λυπημένος, στο ήσυχο δωματιό μου, μόνος όπως υπήρξα πάντα… Κι αναρωτιέμαι αν η φωνή μου, φαινομενικά τόσο ασήμαντη, δεν ενσαρκώνει τη δίψα χιλιάδων ζωών να μιλήσουν, την υπομονή εκατομμυρίων ψυχών υποταγμένων, σαν τη δική μου, στο καθημερινό πεπρωμένο, στο ανώφελο όνειρο, στην ελπίδα που δεν αφήνει ίχνη.»
Τον επόμενο χρόνο, έτυχε να επισκεφτώ την γενέτειρα του Πεσσόα, την Λισαβόνα, μια πόλη που έσφυζε από ζωή και χαμόγελα στα πρόσωπα των κατοίκων της. Ήλιος και θάλασσα, γραφικά σοκάκια και πολύχρωμες γειτονιές με παρέσυραν σε ατέλειωτες βόλτες… Και μέσα στη διάθεση μιας χαρούμενης ανεμελιάς, θυμήθηκα στοχασμούς του Πεσσόα, που τελικά, όταν τους δούλεψα καλά στο μυαλό μου, δεν τους βρήκα και τόσο ασύμβατους με την ευχαρίστηση που ένιωθα εκείνη τη στιγμή… Μήπως η αίσθηση μπερδεύεται με την ψευδαίσθηση, η φαινομενική απόκτηση της ευτυχίας υποκαθιστά την πραγματική απώλειά της.. Μήπως η μελαγχολία είναι η άλλη όψη της χαράς..
«Διήρκεσα ώρες αγνοούμενες, διαδοχικές στιγμές χωρίς σχέση μεταξύ τους, στον περίπατο που έκανα, νύχτα στην έρημη ακρογιαλιά. Όλες οι σκέψεις που έχουν κάνει ανθρώπους να ζουν, όλες οι συγκινήσεις που οι άνθρωποι έχουν πάψει να ζουν, πέρασαν από το μυαλό μου, σαν σκοτεινή περίληψη της ιστορίας. Υπέφερα μέσα μου τις προσδοκίες όλων των εποχών.. Ό,τι οι άνθρωποι αγάπησαν και δεν το έκαναν, ό,τι δολοφόνησαν κάνοντάς το… Είμαστε αυτό που χάθηκε, αυτό που θα έπρεπε να είχαμε αγαπήσει, αυτό που αποκτήσαμε και κερδίσαμε κατά λάθος, αυτό που αγαπήσαμε και χάσαμε, και αφού το χάσαμε, είδαμε ότι το αγαπήσαμε γιατί το χάσαμε, και ότι δεν το είχαμε αγαπήσει. Αυτό που ήταν μνήμη, ενώ νομίζαμε πως ήταν συγκίνηση… Όλα αυτά στον περίπατό μου, ήρθαν μαζί μου και γύρισαν μαζί μου, και τα κύματα διαστρέβλωναν μεγαλόπρεπα τη μουσική υπόκρουση που μ’ έκανε να τα ντύνω.»












Δεν υπάρχουν σχόλια: