Κυριακή 30 Δεκεμβρίου 2012

Η Αγία Ιωάννα των σφαγείων, του Μπέρτολτ Μπρεχτ


Η παράσταση που ανεβάζει αυτές τις μέρες στο θέατρο «Ακροπόλ» ο Νίκος Μαστοράκης απλά μας συγκλονίζει. Το έργο γράφτηκε το 1929, με αφορμή το αμερικανικό κραχ και την παγκόσμια οικονομική κρίση, αλλά η κραυγή του ενάντια στην εξαθλίωση που επιφέρει ο καπιταλισμός ακούγεται σήμερα πιο ανατριχιαστική από ποτέ.
Ο Αιμίλιος Χειλάκης, στο ρόλο του γλοιώδους μεγαλοϊδιοκτήτη εργοστασίου κρέατος, «σφαγιάζει» στο όνομα του κέρδους χιλιάδες ανθρώπινες ζωές, δημιουργώντας ελεείνες και τρισάθλιες, όπως ο ίδιος αποκαλεί, στρατιές ανέργων και πεινασμένων στους δρόμους της παγωμένης Νέας Υόρκης. Η Βίκυ Βολιώτη, στο ρόλο μιας σύγχρονης Ζαν ντ’ Αρκ, εγκαταλείπει τα χριστιανικά τάγματα αγάπης που δεν διστάζουν να «ποντάρουν» στη δυστυχία των καταπιεσμένων επαγγελλόμενα τη σωτηρία τους σε μια άλλη ζωή, και στο τέλος ουρλιάζει στα αυτιά όλων αυτών που την ακούνε ταραγμένοι:
“Και αν σας πει κάποιος ότι μπορείτε να ανυψωθείτε πνευματικά
μένοντας κολλημένοι στο βούρκο,
πιάστε τον και σπάστε του το κεφάλι στο λιθόστρωτο.
Μόνο η βία ωφελεί, όπου εξουσιάζει η βία,
μόνο οι άνθρωποι ωφελούν, όπου υπάρχουν άνθρωποι”.
Ο αντιεξουσιαστικός λόγος του ιδιοφυούς ποιητή Μπρεχτ ξεσηκώνει και εξηγεί με τον πλέον απροκάλυπτο τρόπο στο θεατή τον βάρβαρο μηχανισμό του καπιταλιστικού οικοδομήματος, ο οποίος μόνο με επανάσταση μπορεί να ανατραπεί.
Φεύγοντας από την παράσταση, μένει στο μυαλό ο συμβολισμός με την τραμπάλα, όπου «για να κρατηθούν στην κορυφή οι λίγοι, πρέπει από κάτω να βαστάνε γερά οι πολλοί».
Μένει στην καρδιά η προσταγή:
«Τίποτα δεν μετρά κι ας μοιάζει καλό όπως πάντα,
παρά εκείνο που πραγματικά βοηθά.
Και τίποτα δεν αξίζει για τίμιο,
παρά εκείνο, που τελεσίδικα τον κόσμο αλλάζει.
…Γνοιαστείτε, αφήνοντας τον κόσμο,
όχι μόνο να έχετε υπάρξει καλοί, αλλά ν’ αφήσετε έναν κόσμο καλύτερο!»
Τα υπόλοιπα, αξίζει να πάτε και να τα ακούσετε οι ίδιοι. Απλά, να μην τρομάξετε! Αυτά είναι που ζούμε, αλλά και αυτά είναι που μπορούμε να αλλάξουμε!
Καλή παράσταση!


Read more: http://www.neolaia.gr/2012/12/28/theatro-agia-iwanna-sfageiwn/#ixzz2GYuvkn7v

Δευτέρα 24 Δεκεμβρίου 2012

Πόσο δύσκολο είναι τελικά να είμαστε "άνθρωποι";


Παρασκευή πρωί, πηγαίνοντας με το αυτοκίνητο τελευταία φορά για το 2012 στο σχολείο. Είναι γύρω στις 8.00, σε φανάρι της Πειραιώς. Η ίδια ώρα, στο ίδιο φανάρι, εδώ και τέσσερις μήνες… Ένας αλλοδαπός από το Πακιστάν, καθαρίζει τα τζάμια των αυτοκινήτων.
Παρά το «μελαμψό» του χρώμα και τα «φθαρμένα» του ρούχα (…), όπως στερεοτυπικά θα βιάζονταν να «σταμπάρουν» μερικοί (!), το πρόσωπό του έχει ευγένεια και καλοσύνη. Δεν είναι φορτικός, αλλά αξιοπρεπής μέσα στη δυστυχία του. Το αισιόδοξο και ζεστό βλέμμα του καταφέρνει να «σπάσει» τους αυτόματους μηχανισμούς «άμυνας» που θα με έκαναν να τον διώξω κουνώντας αρνητικά το χέρι μου. Κάθε μέρα του δίνω όσα λίγα ψιλά μου περισσεύουν. Μερικές φορές και κανένα φαγητό που έχει μείνει σπίτι μου από την προηγούμενη μέρα. Όταν δεν έχω, απλώς χαμογελώ και του λέω μια καλημέρα. Αυτός πάντα χαιρετά με χαρά, εύχεται καλό δρόμο και μου λέει ένα ευχαριστώ που το νιώθει. Δεν λύνω κανένα πρόβλημα, το ξέρω.
Μπορεί και να συντηρώ άθελά μου και τη μεγάλη «πληγή» του μεταναστευτικού στην Ελλάδα (…), όπως θα έσπευδαν να επιχειρηματολογήσουν με βαθιές αγορεύσεις κάποιοι (!). Όμως, για ένα λεπτό κάθε μέρα, τόσο, όσο κρατάει το φανάρι, νιώθω λίγο άνθρωπος. Παίρνω κουράγιο από τη λίγη αυτή ανθρωπιά μου και συνεχίζω τη μέρα μου…
Την Παρασκευή, λοιπόν, την τελευταία μέρα του ’12, ο άνθρωπος του φαναριού, μου χτύπησε να ανοίξω το τζάμι. Δεν ήθελε να το καθαρίσει αυτή τη φορά. Ήθελε να μου προσφέρει μια κάρτα με μια φωτογραφία από τη χώρα του, που πάνω της είχε γράψει, όπως όπως στα ελληνικά, «Καλά Χριστούγεννα». «Αυτό για σένα», λέει, «εγώ, πατρίδα, δεν έχω αδερφή, εσύ, εμένα, αδερφή, εσύ, καλός άνθρωπος…».
Ένα μικρό, στιγμιαίο ρεύμα συγκίνησης με διαπέρασε. Αυτό μόνο.
Τα συμπεράσματα περί του πόσο δύσκολο είναι τελικά να είμαστε «άνθρωποι», δικά σας…
Καλές γιορτές!


Read more: http://www.neolaia.gr/2012/12/23/poso-dyskolo-telika-na-eimaste-anthrwpoi/#ixzz2FyYgHIxa

Τετάρτη 19 Δεκεμβρίου 2012

Όταν η ευτυχία μοιάζει πολύπλοκη...


Είμαι η ευτυχία που δεν πρόφτασα να διαχειριστώ,
οι συγκινήσεις που άφησα να αλληλοσπαράσσονται μεταξύ τους,
τα συναισθήματα που αντιμετώπισα αμήχανα
και η χαρά που δεν κράτησα ποτέ για δική μου.
Είμαι το μέλλον που φοβήθηκα να ολοκληρωθεί
και η επιλογή που δεν κατάφερα για πολύ να στηρίξω.
Είμαι οι άλλοι που εισέβαλαν αιφνιδιαστικά στη ζωή μου
και εκείνοι, που λιποτάκτησαν στην πιο κρίσιμη μάχη…
Όκτω στίχοι, ένας απολογισμός…
Για όσους, οι αποφάσεις δεν είναι τόσο εύκολη υπόθεση…
Για όσους, τα πράγματα δεν κυλάνε πάντα σε ευθεία γραμμή…
Για όσους, δυστυχώς ή ευτυχώς, δεν θα υπάρξουν ποτέ ήσυχοι..

Δευτέρα 10 Δεκεμβρίου 2012

Εικόνες Πόλεων #4 | Λισαβόνα


Πριν λίγα χρόνια είχε πέσει στα χέρια μου «Το βιβλίο της ανησυχίας» του Φερνάντο Πεσσόα, ημερολόγιο με πρωταγωνιστή τον ίδιο ακαταπόνητο διανοητή της Λισαβόνας. Παρ’ όλο δίτομο, θυμάμαι ότι το είχα διαβάσει σε δυο μέρες. Από τις τόσες σελίδες του απολογισμού της καθημερινότητάς του, έβγαινε η αίσθηση της ματαιότητας των απολαύσεων, της επιλογής της αδράνειας ως της μόνης παρηγοριάς, της άρνησης των ίδιων των εμπειριών, του βάρους της μονοτονίας των πάντων. Μου είχε φανεί υπερβολικά απαισιόδοξο, αλλά, για έναν ανεξήγητο λόγο με είχε αγγίξει βαθιά. Υπογράφοντας το βιβλίο ως Μπερνάντο Σοάρες, όνομα του λογοτεχνικού alter ego του, ο συγγραφέας δήλωνε από την αρχή: «Γράφω, λυπημένος, στο ήσυχο δωματιό μου, μόνος όπως υπήρξα πάντα… Κι αναρωτιέμαι αν η φωνή μου, φαινομενικά τόσο ασήμαντη, δεν ενσαρκώνει τη δίψα χιλιάδων ζωών να μιλήσουν, την υπομονή εκατομμυρίων ψυχών υποταγμένων, σαν τη δική μου, στο καθημερινό πεπρωμένο, στο ανώφελο όνειρο, στην ελπίδα που δεν αφήνει ίχνη.»
Τον επόμενο χρόνο, έτυχε να επισκεφτώ την γενέτειρα του Πεσσόα, την Λισαβόνα, μια πόλη που έσφυζε από ζωή και χαμόγελα στα πρόσωπα των κατοίκων της. Ήλιος και θάλασσα, γραφικά σοκάκια και πολύχρωμες γειτονιές με παρέσυραν σε ατέλειωτες βόλτες… Και μέσα στη διάθεση μιας χαρούμενης ανεμελιάς, θυμήθηκα στοχασμούς του Πεσσόα, που τελικά, όταν τους δούλεψα καλά στο μυαλό μου, δεν τους βρήκα και τόσο ασύμβατους με την ευχαρίστηση που ένιωθα εκείνη τη στιγμή… Μήπως η αίσθηση μπερδεύεται με την ψευδαίσθηση, η φαινομενική απόκτηση της ευτυχίας υποκαθιστά την πραγματική απώλειά της.. Μήπως η μελαγχολία είναι η άλλη όψη της χαράς..
«Διήρκεσα ώρες αγνοούμενες, διαδοχικές στιγμές χωρίς σχέση μεταξύ τους, στον περίπατο που έκανα, νύχτα στην έρημη ακρογιαλιά. Όλες οι σκέψεις που έχουν κάνει ανθρώπους να ζουν, όλες οι συγκινήσεις που οι άνθρωποι έχουν πάψει να ζουν, πέρασαν από το μυαλό μου, σαν σκοτεινή περίληψη της ιστορίας. Υπέφερα μέσα μου τις προσδοκίες όλων των εποχών.. Ό,τι οι άνθρωποι αγάπησαν και δεν το έκαναν, ό,τι δολοφόνησαν κάνοντάς το… Είμαστε αυτό που χάθηκε, αυτό που θα έπρεπε να είχαμε αγαπήσει, αυτό που αποκτήσαμε και κερδίσαμε κατά λάθος, αυτό που αγαπήσαμε και χάσαμε, και αφού το χάσαμε, είδαμε ότι το αγαπήσαμε γιατί το χάσαμε, και ότι δεν το είχαμε αγαπήσει. Αυτό που ήταν μνήμη, ενώ νομίζαμε πως ήταν συγκίνηση… Όλα αυτά στον περίπατό μου, ήρθαν μαζί μου και γύρισαν μαζί μου, και τα κύματα διαστρέβλωναν μεγαλόπρεπα τη μουσική υπόκρουση που μ’ έκανε να τα ντύνω.»












Τετάρτη 5 Δεκεμβρίου 2012

Αν...




Κυριακή μεσημέρι στη λεωφόρο Συγγρού… Οδηγώντας προς την παραλιακή… Ύστερα από τη χθεσινή ταινία, ένα σωρό «Αν…» παίζουν παιχνίδια με το μυαλό μου. Σε ποιο σενάριο βρίσκεται τώρα η ζωή μου; Στο βασικό ή σ’ αυτό της μετάβασης; Κάθε στιγμή και μια επιλογή. Ο δρόμος ο δοκιμασμένος, ο προβλέψιμος, και στη γωνία, το μονοπάτι το απρόσμενο. Μια συγκυρία που μπορεί να αλλάξει τα πάντα. Ή μήπως αυτό που είναι στο πεπρωμένο να μας καθορίσει, θα περιμένει όσο χρειάζεται;
Μια σειρά από τυχαία γεγονότα η ζωή μας… Το μόνο που βρίσκεται στο χέρι μας είναι σε ποια από αυτά θα δώσουμε διάρκεια… Ποια πρόσωπα θα κρατήσουμε ως τους βασικούς πρωταγωνιστές. Οι ανατροπές βέβαια, πάντα μες στο παιχνίδι. Άλλοι τις επιτρέπουν πιο άνετα να συμβούν, άλλοι παλεύουν να τις εμποδίσουν.
Πού πάω τώρα; Πάντα υπάρχει ένα προαίσθημα. Ξέρω πολύ καλά που πάω. Αλλά παριστάνω ότι θα βρεθώ εκεί, χωρίς να το έχω προσχεδιάσει. Πάντα υπάρχει το ένστικτο. Ακόμα κι αν το μονοπάτι είναι περίπλοκο, πολλές φορές του δίνω το προβάδισμα.
Ανοίγω το ραδιόφωνο του αυτοκινήτου. Η φωνή της Χαρούλας μπερδεύεται στις σκέψεις μου: «Όλες του κόσμου οι Κυριακές, λάμπουν στο πρόσωπό σου… Τι χρώματα, τι μουσικές μες στο χαμογελό σου!» Θα μ’ αφήσει αυτό το χαμόγελο να προχωρήσω; Οι από πίσω μου κορνάρουν… Ξεκινάω, αλλά το αυτί μου κολλημένο στο τραγούδι.
Η ευτυχία συμπυκνωμένη σ’ ένα χαμόγελο. Αφού αρκεί, γιατί πάντα κάπου στα μισά του δρόμου να κάνω πίσω; Πρέπει οπωσδήποτε κανείς να ζήσει και το δεύτερο «Αν…»; Οι περισσότεροι μένουν στο πρώτο… Αν όμως το επόμενο είναι και το μοιραίο;
Προχωράω… Μήπως αυτό το χαμόγελο έχει φθαρεί τελικά με τον χρόνο; Πότε θα πάψει να στριμώχνεται μπροστά από την κάθε μου κίνηση; Να στοιχειώνει την κάθε μου μέρα; Μήπως, αν τολμήσω να δώσω χώρο σ’ ένα καινούργιο; Κι αν το παλιό αρνείται, με πείσμα, να γίνει θύμηση; Κι αν επιμένει, δίχως οίκτο, να με ορίζει;
Κι αν, από την άλλη, όλα αυτά είναι απλώς φόβος; Κι αν όλα αυτά, δεν είναι παρά η αναβολή ενός αναπόφευκτου, η παράκαμψη ενός γραμμένου;

Κάποτε, θυμάμαι, με είχαν ρωτήσει: 

"Τι θα έκανες, αν ερχόταν η τελευταία ημέρα της ζωής σου..." 

Κι είχα απαντήσει: 
" Θα πήγαινα για μια τελευταία φορά στην άκρη της θάλασσας που έχω περπατήσει άπειρες φορές μαζί με τον άνθρωπο που αγαπώ. Θα φώναζα για ακόμη μία φορά πόσο ερωτευμένη νιώθω. Με τον ίδιο, με τον ήλιο, με το νερό, με την άμμο...Κι ας μετράμε πλέον τόσα χρόνια, ξεχασμένοι δίπλα σ’ αυτήν την παραλία... Τώρα, στις τελευταίες μας στιγμές, θα του ψιθύριζα ότι δεν έχω καμιά επιθυμία που δεν πρόφτασα να εκπληρώσω. Γι’ αυτό είμαι και πάλι εδώ, την ύστατη ευκαιρία, στα ίδια μέρη, με τα ίδια πρόσωπα.. Νιώθοντας απλά τυχερή, που με το γέλιο μας, γυρίσαμε όλον το κόσμο, που με το πείσμα μας, σκαρφαλώσαμε στα πιο δύσκολα βράχια, που με την δίψα μας για ζωή, αγκαλιάσαμε όλους αυτούς που βρέθηκαν γύρω μας.. Μετά, θα βουτούσαμε στη θάλασσα, εγώ λίγο πιο διστακτική, όπως πάντα, εκείνος πιο σίγουρος, θα με έπειθε με το βλέμμα του, για μια τελευταία φορά, να μη φοβάμαι το κρύο, να μη φυλάγομαι από το κύμα, γιατί αυτά δίνουν την ορμή στη ζωή. Και τέλος, θα κολυμπούσαμε βαθιά, κουβεντιάζοντας, ως συνήθως, με πάθος και ενθουσιασμό, για τις μικρές χαρές και τις μεγάλες λύπες αυτού του κόσμου... σαν να μην είχαν ποτέ τελειώμο..¨"
Έφτασα τώρα στη θάλασσα. Από αύριο, λένε, θα χειμωνιάσει… Ο αέρας είναι δυνατός. Κάπου αλλού, έχει ήδη αρχίσει να σαρώνει τα πάντα. Για λίγες μέρες μόνο, είπαν. Μετά όλα θα ξαναπάρουν τη θέση τους. Την ίδια ή μία διαφορετική…