Είμαι ξανά εδώ, αλλά στην ουσία απουσιάζω…
Περιφέρομαι αφηρημένη, με το βλέμμα επικεντρωμένο στο πουθενά… Ναι, το ξέρω, θα με ρωτήσετε γιατί, αλλά δεν μπορώ ν’ απαντήσω. Ίσως δεν θέλω κιόλας. Ένας κόμπος έχει δέσει τη φωνή μου, πολλά «γιατί» έχουν μπερδέψει τη σκέψη μου. Για μέρες τώρα, απλά παρατηρώ αυτά που συμβαίνουν γύρω μου. Μια κοινωνία αλλόκοτη. Μια κοινωνία πικρόχολα αστεία. Πώς την καταντήσαμε έτσι;
Κι είναι, ωστόσο, τόση η απόγνωση που μπορεί κανείς να αισθανθεί γύρω του, αυτές τις δύσκολες και μουντές μέρες…
Πρόσωπα πικραμένα, πρόσωπα οργισμένα,
κι άλλα, ήδη παραιτημένα.
Κραυγές αγωνίας, κραυγές παραληρήματος,
κι άλλες, ήδη πνιγμένες στο σκοτάδι.
Πορείες με βήματα βαριά, πορείες απέναντι σ’ «οδοφράγματα»,
κι άλλες, ήδη σ’ εκτροχιασμό.
κι άλλα, ήδη παραιτημένα.
Κραυγές αγωνίας, κραυγές παραληρήματος,
κι άλλες, ήδη πνιγμένες στο σκοτάδι.
Πορείες με βήματα βαριά, πορείες απέναντι σ’ «οδοφράγματα»,
κι άλλες, ήδη σ’ εκτροχιασμό.
Κι ανάμεσα όλων αυτών, ένα μέλλον να διαγράφεται ήδη χωρίς το παρόν…
Κι εγώ;
Να ‘μαι σήμερα εδώ,
δίχως καν να έχω ρωτηθεί το γιατί,
ενώπιον μιας πλοκής που δεν είχα μόλις εγώ σχεδιάσει.
Ανέτοιμη ακόμα και να υποστηρίξω,
έστω υπάκουα και μόνο,
τον υποτιθέμενο ρόλο μου.
Κι όμως,
φοβάμαι ότι γρήγορα το «κοινό» μου θα καταλάβει
όταν θα με δει να εγκαταλείπω ατάκτως αυτή τη σκηνή,
λαχταρώντας ξανά να μεταπηδήσω σε άλλη.
Όχι, δεν θέλω να χωρέσω σ’ αυτό το σενάριο.
Το βρίσκω βεβιασμένα σύντομο,
προκλητικά αδιάφορο και εξωφρενικά πληκτικό.
Πολύ φτωχό για να καλύψει μια ολόκληρη ζωή.
δίχως καν να έχω ρωτηθεί το γιατί,
ενώπιον μιας πλοκής που δεν είχα μόλις εγώ σχεδιάσει.
Ανέτοιμη ακόμα και να υποστηρίξω,
έστω υπάκουα και μόνο,
τον υποτιθέμενο ρόλο μου.
Κι όμως,
φοβάμαι ότι γρήγορα το «κοινό» μου θα καταλάβει
όταν θα με δει να εγκαταλείπω ατάκτως αυτή τη σκηνή,
λαχταρώντας ξανά να μεταπηδήσω σε άλλη.
Όχι, δεν θέλω να χωρέσω σ’ αυτό το σενάριο.
Το βρίσκω βεβιασμένα σύντομο,
προκλητικά αδιάφορο και εξωφρενικά πληκτικό.
Πολύ φτωχό για να καλύψει μια ολόκληρη ζωή.